Έμαθα πως προχωράω δεν σημαίνει καταφέρνω να ρίξω άλλον στο κρεβάτι. Δεν σημαίνει βγαίνω κάθε μέρα και με άλλον για να μην σκέφτομαι. Δεν σημαίνει παίρνω μεθυσμένα τηλέφωνα τα ξημερώματα γιατί θέλω να σου φωνάξω πόσο μαλάκας είσαι ή να σου ζητήσω τα ρέστα για την υποκρισία που μου πούλησες. Δεν σημαίνει καν πως θάβω το παρελθόν μου και τα ρίχνω όλα σε εσένα. Ούτε βοηθάνε οι ξένες αγκαλιές , ούτε οδηγούν στη λήθη τα ποτά. Ούτε καν οι συμβουλές από γιατρούς δεν θα κάνουν διαφορά. Εμένα τουλάχιστον όλα τα παραπάνω δεν με έκαναν να προχωρήσω. Παρά κάθε μέρα πήγαινα ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω. Σε σκέφτομαι καμιά φορά. Όμως τώρα πια νιώθω μια χαρμολύπη, θα έλεγα , γιατί έχεις τόσα συναισθήματα και θυμό και πόνο μέσα σου και δεν τα έχεις βγάλει προς τα έξω. Έχεις κρατήσει το ρόλο σου τόσο καιρό που νομίζω η μάσκα σε έχει φυλακίσει. Και πίστεψε με έπαιζες καλά, μου πήρε καιρό να δω πως είχε πέσει η αυλαία και συ συνέχιζες με δικό σου σενάριο.
Έπρεπε να πέσω κάτω , έπρεπε να ικανοποιήσω κάθε πιθανότητα που γεννούσε το απωθημένο , έπρεπε να αποκλείσω κάθε ενδεχόμενο , έπρεπε να αποδεχθώ όσα με είχαν φυλακίσει και να τα αντιμετωπίσω. Να γκρεμίσω λίγο τον τοίχο ίσα να μπει λίγο φως και να φτιάξω μια πόρτα για να μπορούν λίγοι και καλοί να πλησιάζουν. Έπρεπε να απομυθοποιήσω οτιδήποτε είχα φτιάξει στο μυαλό μου και να καταλάβω πως οι ιδέες μου απλά είχαν το πρόσωπο σου αλλα δεν σε αντιπροσώπευαν. Έπρεπε να δω πως έκανα λάθη που μου κόστισαν αλλά ήταν μόνο ρωγμές σε γυαλιά ήδη σπασμένα. Έπρεπε να μιλήσω με τον εαυτό μου όχι με τους άλλους. Εγώ το ξέρω πόσες φορές σκέφτηκα τα ίδια και τα ίδια μέχρι να καταφέρω να τα αποδεχθώ. Έπρεπε να δω πως με είχες αφήσει πολύ πριν φύγεις. Έπρεπε να καταλάβω πως εκείνο το Σάββατο ήταν το κρεβάτι που θα σε έκανε να φύγεις ή να μείνεις. Να δω πως δεν ήσουν αυτό που είχα στο μυαλό μου. Έπρεπε να θυμώσω αλλά και να συγχωρέσω. Να νιώσω πραγματικά ήρεμη όταν σκέφτομαι όσα έγιναν. Ακόμα επιτρέπω στον εαυτό μου να νιώσει λίγο ικανοποίηση γιατί όλα αυτά που τόσο καιρό με στοιχειώνουν ίσως είναι κ αυτά που εσύ θα εκτιμήσεις. Επίσης κατάλαβα πως η μαγκιά δεν είναι σε αυτόν που πηγαίνει από την μια στην άλλη δίχως δισταγμό αφού στην τελική δεν έχει και τίποτα να διακινδυνεύσει.
Δεν ξέρω αν σε βοήθησε να κάψεις κάθε γέφυρα και να φύγεις χωρίς να κοιτάξεις πίσω. Εγώ που το προσπάθησα δεν δούλεψε. Και να σου πω ίσως καλύτερα ,γιατί αλλιώς θα έμενε μία πληγή ανοιχτή κάτω από επιδέσμους. Φοβόμουν μήπως κάποιος χωρίς να δει την πληγή μου με αγγίξει άγαρμπα και με πονέσει πάλι. Όμως τώρα η πληγή μου κλείνει και δεν έχω πια τέτοιο φόβο. Σκέφτομαι πως είναι η ώρα να αποδεσμευτώ. Να πετάξω μικρά κομμάτια σου. Έχουν σκουριάσει άλλωστε όπως και η ανάμνηση της εικόνας σου.
Εν τέλει λοιπόν δεν ξέρω ποιος πραγματικά προχωρά. Εσύ που βρήκες άλλη εφήμερη αγκαλιά της παρηγοριάς ή εγώ που περπατώ , καμιά φορά σκοντάφτοντας , προς το άγνωστο? Μπορεί και οι δύο. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο.
Έπρεπε να πέσω κάτω , έπρεπε να ικανοποιήσω κάθε πιθανότητα που γεννούσε το απωθημένο , έπρεπε να αποκλείσω κάθε ενδεχόμενο , έπρεπε να αποδεχθώ όσα με είχαν φυλακίσει και να τα αντιμετωπίσω. Να γκρεμίσω λίγο τον τοίχο ίσα να μπει λίγο φως και να φτιάξω μια πόρτα για να μπορούν λίγοι και καλοί να πλησιάζουν. Έπρεπε να απομυθοποιήσω οτιδήποτε είχα φτιάξει στο μυαλό μου και να καταλάβω πως οι ιδέες μου απλά είχαν το πρόσωπο σου αλλα δεν σε αντιπροσώπευαν. Έπρεπε να δω πως έκανα λάθη που μου κόστισαν αλλά ήταν μόνο ρωγμές σε γυαλιά ήδη σπασμένα. Έπρεπε να μιλήσω με τον εαυτό μου όχι με τους άλλους. Εγώ το ξέρω πόσες φορές σκέφτηκα τα ίδια και τα ίδια μέχρι να καταφέρω να τα αποδεχθώ. Έπρεπε να δω πως με είχες αφήσει πολύ πριν φύγεις. Έπρεπε να καταλάβω πως εκείνο το Σάββατο ήταν το κρεβάτι που θα σε έκανε να φύγεις ή να μείνεις. Να δω πως δεν ήσουν αυτό που είχα στο μυαλό μου. Έπρεπε να θυμώσω αλλά και να συγχωρέσω. Να νιώσω πραγματικά ήρεμη όταν σκέφτομαι όσα έγιναν. Ακόμα επιτρέπω στον εαυτό μου να νιώσει λίγο ικανοποίηση γιατί όλα αυτά που τόσο καιρό με στοιχειώνουν ίσως είναι κ αυτά που εσύ θα εκτιμήσεις. Επίσης κατάλαβα πως η μαγκιά δεν είναι σε αυτόν που πηγαίνει από την μια στην άλλη δίχως δισταγμό αφού στην τελική δεν έχει και τίποτα να διακινδυνεύσει.
Δεν ξέρω αν σε βοήθησε να κάψεις κάθε γέφυρα και να φύγεις χωρίς να κοιτάξεις πίσω. Εγώ που το προσπάθησα δεν δούλεψε. Και να σου πω ίσως καλύτερα ,γιατί αλλιώς θα έμενε μία πληγή ανοιχτή κάτω από επιδέσμους. Φοβόμουν μήπως κάποιος χωρίς να δει την πληγή μου με αγγίξει άγαρμπα και με πονέσει πάλι. Όμως τώρα η πληγή μου κλείνει και δεν έχω πια τέτοιο φόβο. Σκέφτομαι πως είναι η ώρα να αποδεσμευτώ. Να πετάξω μικρά κομμάτια σου. Έχουν σκουριάσει άλλωστε όπως και η ανάμνηση της εικόνας σου.
Εν τέλει λοιπόν δεν ξέρω ποιος πραγματικά προχωρά. Εσύ που βρήκες άλλη εφήμερη αγκαλιά της παρηγοριάς ή εγώ που περπατώ , καμιά φορά σκοντάφτοντας , προς το άγνωστο? Μπορεί και οι δύο. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο.