Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

I'm a mess.

Είπα να κάνω ένα δώρο στον εαυτό μου και να μην σκέφτομαι για λίγο. Πήρα το βιβλίο και ξεκίνησα να διαβάζω με λαχτάρα παρόλο που οι εξελίξεις μου ήταν οικείες. Μετά τις πρώτες σελίδες που είναι πάντα οι αγαπημένες μου, οι λέξεις με πονούσαν σαν οξύ σε ανοιχτή πληγή. Η κηδεία, ο θάνατος, η απώλεια είναι όλα πολύ γνώριμα. Δεν μπόρεσα να συνεχίσω πολύ.  Οι σελίδες μου επιτίθονταν. Έκλεισα το βιβλίο λίγο πριν τα μάτια μου με μαρτυρήσουν και το άφησα πάλι στο κομοδίνο μου. Ευτυχώς η νύστα μου κυριαρχεί, νωθεύει τα αισθήματα και τις σκέψεις μου και με ανακουφίζει ελαφρώς.

Καθώς λοιπόν τα γράφω αυτά συνειδητοποιώ πως χάρηκα με τον πόνο μου. Ένιωσα πιο καλά με τον εαυτό μου που πόνεσε στην ανάμνηση της απώλειας γιατί νιώθω ότι δεν έχω πονέσει αρκετά. Δεν θέλω να χάσω αυτόν τον πόνο γιατί μετά θα χάσω και εσένα. Θέλω να με πιέσω να πονέσω κι άλλο.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

το βήτα το κακό


αν μετάνιωσα,

αν δάκρυσα κρυφά αλλά τον αγκάλιασα.

αν με πόνεσαν τα χάδια του,

αν η ανάσα του έκαψε το γυμνό μου δέρμα ,

αν μάτωσα,

αν μου έκανε πολλή μεγαλύτερη ζημιά απ'όση του επέτρεψα,

αν νόμιζα πως τελείωσε ο πόνος μου με μια ανάσα αλλά δεν,

αν όλα τώρα αρχίζουν,

αν τελικά δεν βγήκε ποτέ από μέσα μου,

αν οι άμυνες μου έσπασαν όταν μίλησα στον εαυτό μου,

αν η καρδιά μου τα είδε όλα και δεν μου είπε τίποτα,

αν, κι αν όχι?

Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Μια σελίδα χαρτί, ποιος σου λείπει και τι


Εσύ δεν θα έρθεις πίσω, 
Εγώ δεν θα προχωρήσω μπροστά,
Και ο κύκλος δεν σπάει ποτέ. 

Σελίδες λευκές, μουτζουρωμένες, γραμμένες. 

Να γράψω τα λάθη και τα συγγνώμη,
να τα σβήσω με ένα σ'αγαπώ,
Να χύσω πάνω τους την ψυχή μου με μαύρο μελάνι.

Τα πέταξα όλα.
Δεν κρατώ τίποτα δικό μου. 

Βγαίνω στον δρόμο και τρέχω πίσω.
Δεν σε συζητώ.
Δεν με ακούν. 
Εσύ λείπεις.
Και γω τρέχω.

πως να φτάσω εκεί? 
Με τι λέξεις?

είμαι ανήμπορη, κοίτα.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Δεν εστάλη ποτέ.

Ρε δεν είμαι καλά...Νομίζω ότι τρελαίνομαι. Νιώθω...περίεργα. Τι μου συμβαίνει ?? Είχες δίκιο δεν ήμουν καλά εχθές..δηλαδή από ένα σημείο κ μετα. Ένιωθα αυτό το περίεργο άσχημο συναίσθημα. Αλλά δν μπορούσα να σου πω τι έχω γιατί δεν ήξερα!!  Και ακόμα δν ξέρω και με τρομάζει αυτό. Τουλάχιστον αν ήξερα θα προσπαθούσα να το πολεμήσω. Κάθομαι στο κρεβάτι τόσες ώρες προσπαθώντας να κοιμηθώ και δν μπορώ. Νιώθω στο στήθος μου αυτό που ένιωθα και χθες αλλά πιο έντονα. Εχθές κάτι δεν με άφηνε να το ζήσω όλο αυτό. Γιατί??
Τις τελευταίες μέρες έχω ανακαλύψει ότι δν ξέρω τον ίδιο μου τον εαυτό. Ότι τόσο καιρό που κρύβομαι δεν κρύβομαι μόνο από τους αλλούς αλλά κ από μένα. Τι μου φταίει? Τι κάνω λάθος?
Δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου τη σκέψη ότι ξαφνικά όλοι σας βλέπετε μια άλλη, αυτήν που θέλω να κρύψω, και απομακρύνεστε σιγά σιγά γιατί δν σας αρέσει αυτό που βλέπετε. Είναι αλήθεια ? Το βλέπεις κ εσύ ? Πες μου σε παρακαλώ. Δεν θα σε παρεξηγήσω. Πες μου κάτι γιατί τρελαίνομαι και σήμερα δεν είσαι μαζί μου, θα κοιμηθώ μόνη μου και φοβάμαι. Φοβάμαι μόνη μου πια.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Let the sky fall, when it crumbles we will stand tall.



I'm looking for the match to light the fire
and I can't find it.

I'm looking so hard that I don't realise
I can be the match.

I can light up the flames and burn, burn burn
until there's nothing left.

But I'm too weak, too scared to actually
set my self on fire.


Although I crave to burn.
I dream and fantasize of the warmth and the excitement. 


I ache for the smell of life
when it's turned to ashes. 


It fills my lungs and makes me sick
but I always ask for more.

How do I get out of me?

I can only reach out
and the let the flames slightly caress my skin.

I can only scream at the top of my lungs when the fire inside me consumes me 


and starts burning me from within. 

I let go.

I stare in awe when the fireworks burn in the sky
and I break free when they finally tear it up.

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

κάτι έλειπε.


Σήμερα η Κυριακή ήταν γεμάτη από Δευτέρα. Ούτε λίγο δεν έμοιαζε κυριακάτικο αυτό το πρωινό.

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Χρονικό ενός απρόσμενου θανάτου.

Σάββατο 9/5

Προσπαθώ να γράψω λίγα λόγια και να βγάλω από μέσα μου λέξεις που θέλουν εσένα να τις ακούσεις. Γράφω δύο γραμμές και τα σβήνω. Μου φαίνονται τόσο ψεύτικα, τόσο κινηματογραφικά. Δεν είμαι καλή με τα λόγια αλλά καμία φορά στο χαρτί οι συλλαβές κάθονται αλλιώτικα και μοιάζουν πιο όμορφες. Βγάζουν όμορφα νοήματα, εικόνες και μένεις άναυδος να κοιτάς και να αναρωτιέσαι πως μερικά σχέδια που μπήκαν το ένα δίπλα στ'άλλο ζωγραφίζουν έτσι στο μυαλό σου. Δεν μπορώ όμως να φτιάξω τώρα κάτι όμορφο. Δεν έχω χρώματα, παρά μόνο μαύρους λεκέδες σε άσπρες σελίδες.

Και τι να σου πουν δύο λέξεις για μια ολόκληρη ζωή? Τι να χωρέσει σε δύο σελίδες? Ένα ευτελισμένο σ'αγαπώ και ένα συγγνώμη έχω για σένα γιαγιά μου. Ξέρω δεν λέει κάτι τώρα ο,τι και να πω. Μοιάζει μάταιο αλλά και τόσο απαραίτητο.  Οι σελίδες μένουν άδειες όχι επειδή δεν έχω τι να πω αλλά επειδή δεν ξέρω πως να σου το πω. 
Νιώθω τόσο άσχημα, τόσο ενοχή για την μοναξιά που σε έπνιγε. Μετανιώνω για τις φορές που δεν άρπαξα την ευκαιρία να περάσω χρόνο μαζί σου. Θυμώνω που ξεχνούσα κάθε φορά τα βιβλία που σου είχα υποσχεθεί. Αχ να ήξερες μόνο πόσο σε αγαπώ. Μου λείπεις γιαγιά. Είσαι κ δεν είσαι εδώ. Αυτή η αναμονή με σκοτώνει.

Μου λένε οι γιατροί πως δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Αν σε φιλήσω λένε και σου πω πόσο σ'αγαπώ και πόσο θέλω να γυρίσεις σε μας δεν θα το καταλάβεις. Μα πως είναι δυνατόν? Εσύ που με μια αγκαλιά μου χαμογελούσες ως τα αυτιά δεν θα με νιώσεις καθόλου? Δεν το πιστεύω. Δεν τους πιστεύω. Κανέναν τους. Κάθονται σε μια καρέκλα κουνάνε το δάχτυλο και λένε εσύ θα ζήσεις και εσύ θα πεθάνεις.

Έλα γιαγιά μου πίσω να πάμε στην εκκλησία στον παππούλη που θέλει να μας δει. Θέλω να τον ρωτήσω που είναι ο Θεός του τώρα. Γιατί δεν σε βοηθάει να γίνεις καλά, εσένα που μετά από όλα όσα σου στέρησε δεν έφυγες από το σπίτι Του ούτε μέρα ? Ποιο ήταν το λάθος αυτή τη φορά ? Η πίστη σου δεν ήταν αρκετή ή μήπως δεν πίστευες με τον σωστό τρόπο ?

Ξέρω θα με μάλωνες για αυτά που λέω. Μακάρι να το έκανες. Μακάρι να ήσουν εδώ και να μου φώναζες που ήμουν τόσο άδικη απέναντι σου, που δεν σου έδειχνα πόσα πραγματικά σημαίνεις για μένα. Μακάρι να μην ήσουν τόσο καλή μαζί μου και να μην ένιωθα πως θα είσαι πάντα δίπλα μου. Ήμουν το καλύτερο παιδί, έλεγες. Τι καλό σου έκανα ? Πάντα ήσουν δεδομένη. Πότε δεν σκέφτηκα ο,τι θα φύγεις. Με πνίγουν τα λάθη και οι ενοχές γιαγιά μου. Δεν σου άξιζε ούτε η ζωή που πέρασες, ούτε ο πόνος που άντεξες, ούτε σου αξίζει ένα τέτοιο τέλος. Κατά λάθος.  Μπορούσα να σου χαρίσω κάτι καλύτερο και δν το έκανα. Θα φύγεις από αυτό τον κόσμο με ένα παράπονο ? Δεν αντέχω ούτε να το σκέφτομαι.

Όλοι σε αγαπάνε γιαγιά μου. Κάθε μέρα χτυπάνε τα τηλέφωνα και όλοι ρωτάνε για σένα. Τρέμει η φωνή τους και περιμένουν να τους πούμε πως ξύπνησες και είσαι καλά. Μακάρι. Η Άννα λέει της λείπεις. Κάποτε λέει ήθελες κουβέντα και εκείνη είχε δουλειές και τώρα της λείπεις τόσο πολύ. Θυμώνω με μας. Που ήταν όλοι αυτοί τόσο καιρό που ήσουν μόνη σου ?? Εμείς??
Είμαστε τόσο υποκριτές οι άνθρωποι. Μόνο όταν τρομάξαμε μήπως σε χάσουμε μας ένοιαξε. Αν είναι αλήθεια πως υπάρχει κάτι καλύτερο μετά από εδώ, αυτό είναι που σου αξίζει και όχι εμείς. Ούτε μια ζωή κατάκητη και αβοήθητη. Δεν θέλω να σε αφήσω να φύγεις. Μη φύγεις.

Πονάω γιαγιά. Θυμώνω με όλους και με όλα. Τίποτα δεν μου φτάνει και όλα με ενοχλούν. Ο κόσμος με ενοχλεί που συνεχίζει να γυρίζει και χωρίς εσένα. Μην στενοχωριέσαι, μου λένε, πρέπει να είσαι δυνατή. Εγώ όμως ποτέ δεν ήμουν δυνατή. Εγώ δεν είμαι σαν και εσένα. Είμαι φοβητσιάρα, δειλή και τώρα περιμένω κάποιον να με βγάλει από την στενοχώρια μου.

Κυριακή 10/5

Ο Παύλος είχε δίκιο. Δεν ήταν όπως το είχα φανταστεί. Όταν μπήκα και σε είδα ξαπλωμένη και παραμορφωμένη από το πρήξιμο τρόμαξα αλλά δεν πόνεσα όσο περίμενα. Και τελικά αυτό ήταν χειρότερο.  Νιώθω πως έχω πνίξει τα συναισθήματα μου και θέλω να φωνάξω και να κλάψω και να τα βγάλω όλα έξω.

...

Ακούς γιαγιά? Ένα τίποτα είμαστε. Τόσο μικροί και μικρόψυχοι, σχεδόν αναρωτιέμαι γιατί δεν έχουμε χαθεί ακόμα. Από τύχη ζούμε,  λέει η Εβίτα. Την είδαμε στο τρένο και όταν της είπαμε για σένα στενοχωρήθηκε πολύ. Δεν το πίστευε. Αλλά και ποιος το πιστεύει?

Πόσο ανίκανη νιώθω. Φοβόμουν πάντα μήπως δεν είμαι αρκετή, μήπως δεν πάρω καλούς βαθμούς, μήπως δεν είμαι αρκετά καλή στη δουλειά μου, μήπως δεν είμαι αρκετά έξυπνη. Τόσο ασήμαντα πράγματα μας βασανίζουν καθημερινά. Και τελικά το χειρότερο από όλα είναι πως όταν έρθει το τέλος δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα πάρα να το κοιτάξουμε κατάματα και να το αποδεχθούμε.

Κατά λάθος έφυγες ή πάλι δεν ήμασταν εκεί για σένα ? Είναι αλήθεια πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο ή είμαστε άξιοι των επιλογών μας? Και ποιος είναι πια αυτός ο λόγος που σε παίρνει μακριά μας ? Πόσο πιο σημαντικός μπορεί να είναι από το κενό σου που θα μείνει τώρα να γεμίζει το σπιτάκι και τον κήπο σου. Ποιος αποφασίζει αν θα μείνεις ή θα φύγεις? Κάποιος που σε αγαπάει περισσότερο από μας? Όχι, δεν πιστεύω πια σε θαύματα που ποτέ δεν έρχονται.

Θυμάσαι που μου είχες υποσχεθεί να είσαι εδώ στο γάμο μου? Δεν ξέρω καν αν θέλω πια να κάνω γάμους και παιδιά αλλά αυτό δεν αναιρεί την υπόσχεση σου. Από την άλλη, ποια είμαι εγώ να σου ζητήσω να κρατήσεις μια υπόσχεση ενώ αθετούσα τις δικές μου. Ξέρω γιαγιά μου δεν ήμουν δίπλα σου. Εγώ σε μεγάλωσα, μου έλεγες με παράπονο, και τώρα με ξέχασες. Δεν σε ξέχασα. Ποτέ. Ούτε τώρα θα σε ξεχάσω ό,τι και να γίνει.

Δευτέρα 11/5

Ήθελα να σε αποχαιρετήσω αλλά σε έχουν κυκλώσει με μηχανήματα και δεν μπορούσα καν να σε πλησιάσω.. Δεν ξέρω αν άκουσες όσα σου έλεγα από μέσα μου. Σ'αγαπώ γιαγιά.

Τετάρτη 13/5

Σήμερα έμοιαζες τόσο καλύτερα... Πόσο μου είχε λείψει να σε βλέπω να κοιμάσαι.. Θυμήθηκα τότε που κοιμόμασταν αγκαλιά στο κρεβάτι. Εσύ δηλαδή και γω περίμενα να σταματήσεις να ροχαλίζεις. Και το πρωί όταν ξυπνούσα μου έφτιαχνες αυτό το γάλα με καφέ και είχες πάρει φρέσκα κουλουράκια από τον φούρνο. 
Σήμερα όταν είδα τα μάτια σου νόμιζα τα είχες ανοιχτά...οι νοσοκόμες βέβαια γρήγορα κατεδάφισαν τις ελπίδες μου. Ένιωσα τόσο κοντά σου. Σου μίλησα, με άκουσες άραγε ? Έμοιαζες τρομαγμένη γιαγιά. Σαν να ήθελες να φύγεις τρέχοντας από εκεί μέσα. Μακάρι τουλάχιστον τόσο καιρό να κοιμάσαι και να μην πονάς. Δεν χρειάζεται να πονάς πια γιαγιά μου.  Θέλω μόνο να είσαι καλά. Να χαμογελάσεις πάλι όπως κάθε φορά που ερχόμασταν σπίτι και μας αγκάλιαζες τόσο σφιχτά σαν να κράταγες τον πιο σπάνιο θησαυρό. Παιδάκια μου, αγάπες μου έλεγες. Πόσο θα μου λείψει η φωνή σου, το άρωμα σου, η αγκαλιά σου. Πάντα χαιρόμουν την αγκαλιά σου, ήταν μεγάλη και χορταστική.

Δεν μπορώ να πιστέψω πως δεν θα είσαι εδώ για να σου πω για το πτυχίο μου, πως δεν θα με δεις να παίρνω το δίπλωμα και να ερχόμαστε σε σένα με μένα στο τιμόνι. Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι αν σε πάρω τηλέφωνο δεν θα απαντήσει κανείς.

Το σπίτι είναι ακόμα γεμάτο ζωή. Τη δική σου ζωή. Αυτό το σπίτι που έχει τόσο θάνατο στους τοίχους του είναι γεμάτο με τη ζωή και τις εικόνες σου. Ο κήπος σου γιορτάζει την άνοιξη.

ΓΙΑΓΙΑ ΓΥΡΝΑ ΠΙΣΩ ΜΕ ΑΚΟΥΣ ?? ΔΕΝ ΘΑ ΦΎΓΕΙΣ ΑΚΟΜΑ. ΈΧΕΙΣ ΑΚΟΜΑ ΖΩΉ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ. ΕΧΕΙΣ ΕΜΑΣ.

Παρασκευή 15/5

Σε είδα στον ύπνο μου εχθές γιαγιά μου. Είχες ξυπνήσει από τον ύπνο που σε ρίξανε και τελικά μας έλεγες πως οι γιατροί σε είχαν κρατήσει κοιμισμένη αλλά ήσουν καλά. Σε είχαμε στο σπίτι αλλά είχες ακόμα μερικά μηχανήματα γύρω σου μέχρι να γίνεις τελείως καλά. Μόλις σε είδα ξύπνια έτρεξα κοντά σου. Θυμάμαι που μου έλεγες "είμαι καλά.. Είμαι καλά!! " 
Αχ γιαγιά μου δεν ξέρεις πόσο είχα χαρεί.

Πριν όμως προλάβω να σε χορτάσω με ξύπνησε η μαμά και μου είπε πως έφυγες.. Έφυγες!! 
Αγαπημένη μου, γιαγιά μου, μαμά μου γιατί έφυγες..
Λείπεις γιαγιούλα μου..και η Σοφία..νόμιζα θα άντεχα να της το πω. Αλλά όχι..ούτε καν να το ξεστομίσω δεν μπορούσα..

ΛΕΙΠΕΙΣ. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι  δεν είσαι πια εδώ. Καθόμασταν στην κουζίνα σου και περίμενα πως θα έβγαινες από κάποιο δωμάτιο και θα ερχόσουν να κάτσεις μαζί μας. ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ ΝΑ ΤΟ ΠΙΣΤΕΨΩ!!!  Γιατί ???? Ποιος θα μου απαντήσει αυτό το αναθεματισμένο γιατί!!!! 
Πέρασε ο παπάς από την εκκλησία και ήταν κ αυτός πολύ στενοχωρημένος.. Κανείς δεν το περίμενε. Κανείς δεν το είχε καν σκεφτεί. Σ'αγαπώ πολύ γιαγιά.  Μου λείπεις. Γιατί γιατί γιατί γιατί..  ΓΙΑΤΙ! 

Κυριακή 17/5

Γιαγιά μου τα κάναμε όλα όπως ήθελες εσύ. Είναι όμορφα εκεί που είσαι. Θα σου άρεσε. Είναι ένας μεγάλος κήπος. Σαν τον δικό σου. Έχει λουλούδια, δέντρα, ζωή και είσαι κοντά με τον Τάκη απ'ό,τι μου είπε η μαμά. Τουλάχιστον αν αυτά που λένε είναι αλήθεια και τον συναντήσεις θα είσαι χαρούμενη. Ένιωσα λίγο πιο ήρεμη όταν είδα τη ζωή γύρω σου. Λες και φύτεψαν τόσα φυτά εκεί επίτηδες για να φωτοσυνθέτουν και να αντιστέκονται στο θάνατο τριγύρω. Λίγο κράτησε βέβαια η ηρεμία μου.

...

Το βράδυ σκεφτόμουν τόσο τρελά και τρομακτικά πράγματα.  Νιώθω ότι χάνω το μυαλό μου, τη λογική μου. Έχασα εσένα. Και τώρα τι ?? Τι κάνω από δω κ πέρα ??

Φοβάμαι. Είμαι χαμένη. Θέλω να έρθει κάποιος να με πάρει από το χέρι και να μου δείξει πως προχωράς μετά από έναν θάνατο. Θέλω κάποιος να περπατήσει δίπλα μου και να περάσουμε μέσα από τον χρόνο σαν περαστικοί που περνούν το δρόμο. Και όταν φτάσουμε απέναντι θα είμαι καλά. Θα έχω περάσει τους δρόμους που αποτελούν τα στάδια της αποδοχής και δεν θα νιώθω τόσο έντονο πόνο.

Στην πραγματικότητα όμως για να περάσεις απέναντι πρέπει να βλέπεις μέχρι εκεί. Εγώ αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να δω μπροστά. Κοιτάω μόνο πίσω και μετανιώνω, αναπολώ, νοσταλγώ. Εκεί θέλω να ζω, στο πριν. Δεν θέλω το παρόν που είναι μισό. Γιατί όταν προχωράς πρέπει να χάνεις όσα είχες κερδίσει τόσο καιρό? Γιατί όταν προχωράς δεν μπορείς να πάρεις κάποιον από το χέρι και να τον φέρεις μαζί σου?

Γιαγιά μου αν έρθω να σε πάρω από το χέρι θα έρθεις μαζί μου ? Πες μου που είσαι και θα έρθω να σε βρω!! Που είναι αυτό το "μετά"? Υπάρχει κάτι μετά? Θέλω να πιστέψω πως είσαι κάπου χαρούμενη. Αλλά δεν μπορώ. Δεν αφήνω τον εαυτό μου να νιώσει αυτή την ανακούφιση. Άλλωστε ούτε την αξίζω, ούτε είναι δίκαιο να προσπαθώ να πιστέψω σε κάτι ανώτερο απλά για να νιώσω εγώ πιο ήσυχη.

Δευτέρα 18/5 

Όλα έχουν μείνει μισά. ΛΕΙΠΕΙΣ που να πάρει! ΓΥΡΝΑ ΠΙΣΩ! Δεν θέλω άλλο να σε ψάχνω, φτάνει. Δεν αντέχω, δεν αισθάνομαι ασφαλής με τις ίδιες μου τις σκέψεις. Τι απαίσια και αποτρόπαια πράγματα σκέφτομαι!!  Φοβάμαι!  Φοβάμαι πάρα πολύ. Αλήθεια νιώθω πως η λογική μου με εγκαταλείπει. Τι να κάνω ? Μου λένε είναι φυσιολογικό αλλά εγώ το ξέρω πόσο τρομακτικό είναι να κάνω τέτοιες σκέψεις. Γιαγιά με ακούς ?? Δεν είμαι καλά!!  Δεν μπορώ να κλάψω.

Είμαι στο σκοτάδι. Είμαι μόνη, χωρίς εσένα. Φοβάμαι. Με φοβάμαι.
...

Βαρέθηκα να ακούω για εκκλησίες και παπάδες και μνημόσυνα και ψάλτες και όλα αυτά που έχουν φτιάξει ένα παραμύθι για να σου ποτίζει το μυαλό με όμορφες σκέψεις για ένα απαίσιο γεγονός. Είμαι θυμωμένη και στενοχωρημένη και αγανακτισμένη και δεν έχω άλλη υπομονή, ούτε θέληση να πιστέψω ό,τι μου σερβίρουν. Β Α Ρ Ε Θ Η Κ Α. Δεν θέλω άλλο! Μπορώ να θρηνήσω τη γιαγιά μου όπως θέλω εγώ?? Χωρίς ανούσιες τυπικότητες που κάποιος σκέφτηκε μια μέρα για να βγάλει κ άλλα λεφτά. Λες κ ο παπάς που ψέλνει ήξερε τη γιαγιά μου. Λες και έζησε την ζωή της. Λες και νιώθει όσα νιώθω εγώ για εκείνη. Λες και έχει το παραμικρό συναίσθημα ή έστω σεβασμό για εκείνη όταν στέκεται μπροστά στο χώμα που την σκεπάζει και μουρμουρίζει ακαταλαβίστικα. Όχι , κανένας σας δεν την ήξερε και επομένως δεν της προσφέρει απολύτως τίποτα με το να στέκεται από πάνω της και να ψέλνει. Όπως και γω δεν νιώθω τίποτα με το να πάω και να τον ακούω. 

Ο παπάς της εκκλησίας της, ο μόνος που την είχε ζήσει από σας, έκανε την κηδεία της. Και ναι έψελνε δακρύζοντας και με βαριά καρδιά καθώς δεν μπορούσε να το πιστέψει. Έλεγε το όνομα της και έβγαζε πόνο και στενοχώρια. Με έπιασε κάποια στιγμή από το χέρι, όχι σαν ιερέας αλλά σαν άνθρωπος, και με κοίταξε με ένα βλέμμα που με έκανε να δακρύσω. Λυπάμαι,φώναζαν τα μάτια του. Ξέρεις τι μου είπε γιαγιά? Τόσο καιρό λέει σου έλεγε πως ήθελε να μας δει. Δεν περίμενε τελικά να δει τις εγγόνες σου χωρίς τη γιαγιά τους... Κόντεψα να αρχίσω τα κλάματα πάλι. Μέχρι τη στιγμή που έφυγαν από τον καφέ με κοίταγε με αυτό το βλέμμα. Είχε τόση θλίψη, τόσο απόγνωση. Αυτόν ναι, τον παραδέχομαι. Ό,τι έκανε το έκανε με την  καρδιά του. 

Τετάρτη 20/5

Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Τα γλυκά σου είναι ακόμα στο ψυγείο. Το τέλος δεν φαίνεται πουθενά. Μόνο στο άδειο σπίτι, που δεν πλημμυρίζει πια από τις μυρωδιές της μαγειρικής σου. Και στο τηλέφωνο που δεν χτυπάει πια. Το τηλέφωνο...

Τόσες μέρες είμαι καλά, μιλάω με ανθρώπους και λέω πως προχωράω. Ο μόνος λόγος που φαίνομαι καλά είναι γιατί δεν σκέφτομαι.  Είναι τόσο εύκολο μερικές φορές. Λες και δεν έφυγες, λες και δεν έχει έρθει το τέλος, λες και το τηλέφωνο θα χτυπήσει ξανά. Αχ γιαγιά μου..γιατί. Τόσες μέρες μίλησα με την Αγγελική, με την Δέσποινα, με τον Νίκο, με την Χριστίνα, με την Λουιζα.. και λέω είμαι καλά,είμαι καλά,είμαι καλά. ΨΕΜΑΤΑ. Νόμιζα πως ένιωθα καλά όμως στην πραγματικότητα δεν ένιωθα!  Έχω κλείσει τα πάντα, σαν να υπάρχει ένας διακόπτης που σταματάς να νιώθεις να σκέφτεσαι και να θυμάσαι. Η εικόνα σου είναι θολή στο μυαλό μου. ΔΕΝ ΝΙΏΘΩ ΓΙΑΓΙΆ.  Πως μπορεί να έφυγες. Πως γίνεται να μην είσαι εδώ. Γιατί έπρεπε να γίνει αυτό.  Γιατί γαμωτο να φύγεις από τη μια μέρα στην άλλη. Δεν σε πήρα μια αγκαλιά, δεν σου είπα πόσο σ'αγαπώ, δεν προφτασα να στο δείξω. ΠΑΝΤΑ νομίζουμε πως έχουμε κι άλλο χρόνο. ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ ΝΑ ΤΟ ΔΕΧΘΩ. Δεν μπορώ να προχωρήσω. ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ!! 

Παρασκευή 29/5 

Ακόμα δεν το έχω πιστέψει. Δεν έχω προχωρήσει. Όσο περνούν οι μέρες σε σκέφτομαι όλο και λιγότερο. Σε κλείνω σε μικρά κουτάκια και σβήνω τα συναισθήματα μου. Πόσο αδύναμη είμαι. Πόσο υποκρίτρια. Φοβάμαι την στιγμή που θα βγουν όλα στην επιφάνεια. Σταμάτα επιτέλους να με αγαπάς. Δεν το αντέχω. 

Τρίτη 2/6


Κάτι τέτοιες ώρες έρχεσαι στο μυαλό μου και δεν μπορώ να σε σταματήσω. Αλλά ούτε θέλω. Πονάω τόσο πολύ... Νιώθω σαν να ζω έναν εφιάλτη. Περιμένω να ξυπνήσω αλλά ξέρω πως και αύριο το πρωί πάλι θα λείπεις. Σε αγαπώ πολύ γιαγιά. Μου λείπεις. Κάθε μέρα κ πιο πολύ. Δεν θέλω να κλαιω όταν σε σκέφτομαι. Εσύ πάντα χαρά μου έδινες. Μόνο χαρά και αγάπη. Αυτά θέλω να θυμάμαι από εσένα. Τώρα που έφυγες όλα μοιάζουν μισά.Δεν έπρεπε να φύγεις. Γιατί έφυγες ? Γιατί έτσι ?? Σ'αγαπώ γιαγιά. Μακάρι να ήμουν μαζί σου από την αρχή. Αν με.ακούς ελπίζω να είσαι καλά. Μου λείπεις πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πάρα πολύ. 

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

Πόνος και γιατρειά



Είχα δέσει την πληγή μου και εσύ πήρες ένα μαχαίρι και μου έσκισες τις γάζες.
Κοίτα, μου φώναξες, και μην φοβάσαι να αντιμετωπίσεις το αίμα! Δεν έχει κλείσει η πληγή σου!
Πόνεσα και τρόμαξα τόσο πολύ. Εγώ είχα κλείσει το τραύμα μου και τώρα πρέπει πάλι από την αρχή να το φροντίσω, να το καθαρίσω και να το δέσω. Μου πήρες και τις γάζες. 
Δώσε του χρόνο, μου λες, μην το καλύπτεις. 
Μα πως? Εγώ δεν αντέχω να βλέπω τα αίματα και την ανοιγμένη μου σάρκα. Ούτε θέλω οι άλλοι να με δουν.